• Ελλάδα: τρεις δεκαετίες συμμετοχής στην ΕΕ: τελικά πόσο Ευρωπαίοι είμαστε;

    FORUM: ΕΞΕΥΡΩΠΑΙΣΜΟΣ ΕΛΛΑΔΑ 2021

    Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 2009 – Ξενοδοχείο HILTON

    Κυρίες και κύριοι,

    Έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από τότε που το όραμα του Jean Monnet για την Ευρώπη οδήγησε στη δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου συστήματος οικονομικής και πολιτικής ένωσης των λαών της Ευρώπης. Η περίφημη φράση: «δεν συνασπίζουμε κράτη, ενώνουμε λαούς» περιγράφει εξαιρετικά εύστοχα την καινοτόμο πρότασή του για την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».

    Η μετάβαση στην «ολοκλήρωση», ξεκίνησε ως οικονομική, με την ενιαία αγορά και το κοινό νόμισμα, και εξελίχθηκε σε πολιτική, με την κατάργηση των φυσικών και οικονομικών συνόρων, όπου το κέντρο, δια της επικουρικότητας, συντονίζει μια συνένωση πολιτικά κυρίαρχων κρατών. Είναι γεγονός, βεβαίως, ότι, ούτε οι πρωτεργάτες όπως ο ίδιος ο Monnet ούτε οι αρχιτέκτονες του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος, προδιέγραψαν το κεκτημένο. Η εναρμόνιση των πολιτικών, κοινών και Κοινοτικών και η προσπάθεια σύγκλισης εξελίχθηκαν μέσα από αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, που διασφάλισαν τη λειτουργία της ολοκλήρωσης μέσω μιας κοινής αντιμετώπισης των πραγμάτων.

    Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι πολιτικές δεν προέρχονται από παρθενογένεση. Κορυφαίο ρόλο στη διαμόρφωση τους έχουν οι αποφάσεις, που λαμβάνονται κάθε στιγμή από διαφορετικές πολιτικές ηγεσίες των Κρατών Μελών και οδηγούν στη συν-διαμόρφωση των πολιτικών. Πρόκειται, λοιπόν, για μια διεργασία που λαμβάνει χώρα σταδιακά. Και, βεβαίως, έχει αμφίδρομη λειτουργία και οφέλη: από τη μια πλευρά η συμμετοχή ενός κράτους στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων το καθιστούν ισότιμο διαμορφωτή των πολιτικών που θα κληθεί να στηρίξει και να εφαρμόσει μέσα σε ένα ευρύτερο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

    Με τη συμμετοχή του στην ΕΕ, σε ένα δηλαδή ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό περιβάλλον, διασφαλίζει τις προϋποθέσεις για την επίτευξη ενός υψηλότερου βιοτικού επιπέδου, καλύτερων ευκαιριών απασχόλησης, κοινωνικής προόδου και ενός βιώσιμου περιβάλλοντος. Παράλληλα, η έμφαση της ΕΕ σε ισχυρές θεσμικές δομές, και, γενικότερα, στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, συνδράμουν στην εδραίωση δημοκρατικών αρχών και θεσμών στα κράτη μέλη.

    Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ, με τη συμμετοχή των κρατών μελών και τις συνεχείς διευρύνσεις αλλάζει τη φυσιογνωμία της, τις δομές της, εμπλουτίζει τις πολιτικές της, επαναπροσδιορίζει την ιστορική πορεία της, ανανεώνει την ατζέντα της. Τα παραπάνω αποτελούν παράλληλα ευκαιρίες αλλά και απειλές. Ευκαιρίες για έναν επαναπροσδιορισμό της ιστορικής πορείας της και απειλές για αποδυνάμωση.

    Κυρίες και Κύριοι,
    Εναρμόνιση και σύγκλιση, δεν συνεπάγονται αλλοίωση ή απώλεια εθνικών ταυτοτήτων, όπως συχνά υποστηρίζεται. Στην περίπτωση πχ της οικονομικής πολιτικής, εναρμόνιση και σύγκλιση σημαίνει όχι συγχώνευση αλλά προώθηση των όρων διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας, με ταυτόχρονη διατήρηση της διαφοροποίησης, της διαφορετικότητας. Μόνο έτσι μπορεί να λειτουργήσει η ολοκλήρωση. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο στηρίζονται οι ασθενείς οικονομίες με προγράμματα συνοχής. Και για να σταθούν στα πόδια τους αλλά και για να αντιμετωπίσουν τις αρνητικές συνέπειες της οικονομίας.

    Όσοι γνώρισαν τον πόλεμο μπορούν να αντιληφθούν καλύτερα από εμάς την αξία της μετάλλαξης μιας ηπείρου με εγγενείς εστίες τριβής σε ένα χώρο ενιαίων αξιών και κοινών δράσεων. Ο ίδιος γεωπολιτικός χώρος, που στο παρελθόν ήταν ένα πεδίο διεκδικήσεων και αντιπαραθέσεων, είναι σήμερα ένας χώρος πάνω στον οποίο οικοδομείται ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον.

    Να θυμίσω ότι, με τη διακήρυξη των  Αθηνών που έγινε με αφορμή την τελευταία μεγάλη διεύρυνση της Ε.Ε., οι  αρχηγοί  των  κυβερνήσεων  των  25  δήλωναν, μεταξύ  άλλων:

    Η Ένωσή μας αποτελεί ένα ομαδικό εγχείρημα, για ένα κοινό μέλλον ως κοινότητας αξιών. Είμαστε περήφανοι να ανήκουμε σε μια Ένωση θεμελιωμένη στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, σε μια Ένωση αποφασισμένη να προωθεί το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, σε μια Ένωση προσηλωμένη στην έμπρακτη εφαρμογή της ανοχής, της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης. Δουλεύοντας μαζί, εμείς και οι χώρες μας μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του αύριο. 
    Πόσο, όμως, εμείς ως Έλληνες είμαστε περήφανοι για τη συμμετοχή μας στην ΕΕ; Έχουμε ή όχι ωφεληθεί; και σε τελική ανάλυση πόσο έχουμε εξευρωπαϊστεί ή, καλύτερα, εκσυγχρονιστεί;

    Κυρίες και κύριοι, 
    Ο εξευρωπαϊσμός είναι η διαδικασία κατά την οποία μια χώρα εκσυγχρονίζει πολιτικές και θεσμούς, αξιοποιεί την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στους τομείς της οικονομίας, ανάπτυξης, κοινωνικής συνοχής, ασφάλειας, εξωτερικής πολιτικής, προκειμένου εν τέλει να αποκομίσει οφέλη απ’ αυτήν. Στόχος των συμμετεχόντων είναι η μεγιστοποίηση των ωφελειών και η ελαχιστοποίηση του κόστους. Αυτή ακριβώς ήταν και η λογική του αρχιτέκτονα της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΕ, του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

    Πάνε σχεδόν τρείς δεκαετίες από τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ. Σε μια περίοδο όπου η Ευρωπαϊκή Κοινότητα προσανατολιζόταν στη διεύρυνσή της προς το νότο, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατόρθωσε να «κόψει ένα εισιτήριο για την Ελλάδα» στο ταξίδι αυτό. Πέντε χρόνια πριν από την Ισπανία και την Πορτογαλία. Η ένταξη μας την 1η Ιανουαρίου 1981, ήταν μια έκπληξη για την τότε ελληνική πραγματικότητα, η οποία δεν αποτέλεσε μόνο ένα ορόσημο για τη σύγχρονη Ελληνική ιστορία αλλά σηματοδότησε σειρά θεαματικών αλλαγών, έστω και εάν η 28χρονη συμμετοχή μας στην ΕΕ δεν ακολούθησε  πάντοτε κανονικό βηματισμό. 
    Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των αλλαγών αυτών;

    Η εδραίωση ενός ουσιαστικού δημοκρατικού καθεστώτος, βασισμένου στα ιδεώδη της λαϊκής κυριαρχίας και του σεβασμού όλων των πολιτών. Η θεσμική λειτουργία ενός τέτοιου πολιτικού συστήματος διασφαλίστηκε με τον καλύτερο τρόπο στα πλαίσια μιας υπερεθνικής οργάνωσης, της οποίας θεμέλιο ήταν η Δημοκρατία και η ελεύθερη βούληση λαών και πολιτών. Η ανάγκη στρατηγικής αναβάθμισης της χώρας, εξίσου σημαντική: μέσω της συμμετοχής στην ΕΕ η Ελλάδα ενισχύθηκε γεωπολιτικά, θεσμικά και νομικά. Η σημαντική οικονομική δυναμική, που δημιουργούσε η ένταξη στην ΕΕ ιδιαίτερα για τις ασθενέστερες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ελλάδα, απετέλεσε μοναδική ευκαιρία εκσυγχρονισμού για τη χώρα. Τέλος, οι επιπτώσεις του δυτικού τρόπου ζωής στην καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη-, προσέφερε πολιτισμική ανανέωση και αποσαφήνιση της πολιτισμικής ταυτότητας ολόκληρου του ελληνικού λαού. 

    Κυρίες και Κύριοι, 
    Θα εστιάσω την εισήγησή μου σε τρία σημεία που πιστεύω αποτελούν τους βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους πρέπει να κινείται ο σχεδιασμός και η άσκηση πολιτικής και οι οποίοι τεκμηριώνουν και την αναγνώριση ή όχι μεταρρυθμιστικών στοιχείων μιας εθνικής πολιτικής: με λίγα λόγια, εξευρωπαϊσμού της πορείας ενός κράτους: τις θεσμικές αλλαγές, τη χρηματοδότηση και την οργάνωση.

    Σε ό,τι αφορά στο πρώτο, είναι γεγονός ότι η χώρα μας καθυστέρησε και καθυστερεί σημαντικά στην ενσωμάτωση στην εσωτερική έννομη τάξη του κοινοτικού κεκτημένου. Η δε ποιότητα, πολλές φορές, της ενσωμάτωσης της νομοθεσίας εγείρει βάσιμα ερωτηματικά ως προς την ειλικρινή επιθυμία της χώρας μας να ακολουθεί τις κοινοτικές επιταγές. Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο, είμαι βέβαιος ότι δεν θα σας προσκομίσω νέα γνώση: Οι κοινοτικοί πόροι βοήθησαν στην υλοποίηση σημαντικών έργων, ωστόσο, σε πλείστες περιπτώσεις συνοδεύτηκαν από αναποτελεσματική διαχείριση, χαμηλούς ρυθμούς εκτέλεσης, κακοτεχνίες, καθυστερήσεις, χαμηλή απορροφητικότητα. Τέλος, σε ό,τι αφορά στο τρίτο, οφείλω να παρατηρήσω ότι και εδώ η χώρα μας ανθίσταται σθεναρά, παρουσιάζοντας μεγάλες αντιστάσεις στην υιοθέτηση οργανωτικών/διοικητικών μεταρρυθμίσεων, στις οποίες προβαίνει πολύ συχνά μετά από απειλές για περικοπές πόρων.
    Παρ’ ολ’ αυτά, όμως, ο εκσυγχρονισμός της Ελλάδας είναι γεγονός. Προχωρά με σταθερούς ρυθμούς και τα τελευταία χρόνια με αυξημένες ταχύτητες. Έτσι, οι τρεις δεκαετίες συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΕ δεν μπορούν παρά να αποτιμηθούν θετικά, παρά τα όποια προβλήματα.

    Για να καταδείξω την επιτυχημένη προσπάθεια της Ελλάδας, θα αναφέρω επιγραμματικά ορισμένα παραδείγματα από την πενταετή θητεία μου ως κυβερνητικού στελέχους, όπου, στο μικρό μερίδιο ευθύνης που μου αναλογούσε, προσπάθησα να υπερασπιστώ την ανάγκη να είμαστε ένας συνεπής εταίρος που παράγει δουλειά υψηλού επιπέδου, σέβεται αυστηρά χρονοδιαγράμματα και διαπραγματεύεται με σοβαρότητα και επιχειρήματα. Η προσπάθεια αυτή ίσως και να ήταν περιττή αν η χώρα μας διέθετε παραδοσιακά μια ποιοτική, σταθερή και κωδικοποιημένη Νομοθεσία, μια αποτελεσματική, εξωστρεφή, συνεπή, αντιγραφειοκρατική ΔΔ και μια καλύτερη συνεργασία ανάμεσα στο δημόσιο, ιδιωτικό, αυτοδιοικητικό και κοινωνικό τομέα. 
    Από τη θητεία μου πχ στο Υπουργείο Οικονομίας, ως ΓΓ αρμόδιος για την οργάνωση και το συντονισμό της διαχείρισης των Διαρθρωτικών Ταμείων, ξεχωρίζω τρία σημεία, ενδεικτικά της προσπάθειας που προανέφερα : 

    Πρώτον, την εξυγίανση και δημιουργία ενός, υψηλών προδιαγραφών, ΣΔΕ και την ορθολογική και την εναρμόνιση του θεσμικού πλαισίου του ΚΠΣ, που διασφάλισαν τους πόρους και καθιέρωσαν, όπως αναγνώρισε και η Επιτροπή, μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί της. Η θεσμική και επιχειρησιακή μεταρρύθμιση και η εισαγωγή βέλτιστων πρακτικών στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή των αναπτυξιακών προγραμμάτων, σε λιγότερο από τρία χρόνια, οδήγησαν τις συμβάσεις του Γ΄ΚΠΣ σε απορρόφηση 96% και 62% από 40% και 23% αντίστοιχα. Στον δε παραγωγικό τομέα της οικονομίας. εξασφαλίστηκαν υψηλότατα ποσοστά ενίσχυσης παρά την αλλαγή καθεστώτος στις 5 από τις 13 ελληνικές περιφέρειες. Ο δε χάρτης περιφερειακών ενισχύσεων που υποβάλαμε στην Ε.Ε. εγκρίθηκε πρώτος από όλες τις χώρες της Ε.Ε.

    Το αποτέλεσμα της προσπάθειας αποτυπώθηκε και στην ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου του 2006, όπου για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα δε μνημονεύτηκε ούτε μία φορά για παρατυπίες ή προβλήματα στη διαχείριση των Κοινοτικών πόρων. Η δουλειά μας απέδωσε απτά αποτελέσματα σε όλα τα μέτωπα της νέας προγραμματικής περιόδου 2007-2013.

    Δεύτερον, σε επίπεδο κατανομής των πόρων, την εξασφάλιση 20,1 δις € για την περίοδο 2007-2013, που παρά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς λόγω της διεύρυνσης και την συνακόλουθη έξοδο του 63% του πληθυσμού μας από τον αμιγή στόχο 1, μας έδωσαν την 1η μεγαλύτερη καθαρή θέση στους 15 και την 4η στους 27. 

    Τρίτον, σε επίπεδο ποιότητας σχεδιασμού του ΕΣΠΑ, για τα εύσημα που λάβαμε από την Επιτροπή για την αναπτυξιακή στρατηγική που επιλέξαμε, για να μετατρέψουμε  την πολυμορφία και τη διαφορετικότητα των περιφερειών μας σε προστιθέμενη αξία αλλά και στην ταχύτητα έγκρισής του: 2ο στα 27 και 1ο μεταξύ των χωρών Συνοχής Το ΕΣΠΑ σχεδιάστηκε στη βάση δύο νέων για την Ελλάδα παραμέτρων: τη σημαντική διαφοροποίηση της γεωγραφικής επιλεξιμότητας των ελληνικών περιφερειών σε σχέση με τα τρία ΚΠΣ καθώς και τον αυστηρό προσανατολισμό στη ΣτΛ.   
    Η απόφαση για το ΕΣΠΑ σηματοδότησε το γεγονός ότι όταν θέλουμε μπορούμε να αποδείξουμε ότι μπορούμε να είμαστε ανάμεσα στους πρώτους και να επιτύχουμε στόχους που άλλα Κ-Μ που έχουν πολύ πιο συγκροτημένη δημόσια διοίκηση με δομές εμπεδωμένες επί σειρά δεκαετιών και φυσικά με πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες σε πόρους οικονομικούς και ανθρώπινους θα ζήλευαν. Όμως, η απόφαση σηματοδότησε και την αλλαγή στις σχέσεις μας με την Ε.Ε. που μετά από πολύ καιρό στον τομέα των Κοινοτικών Κονδυλίων αναγνώρισε έναν συνεπή, τεχνοκράτη συνομιλητή που παράγει δουλειά υψηλού επιπέδου, σέβεται αυστηρά χρονοδιαγράμματα, διαπραγματεύεται με σοβαρότητα και επιχειρήματα.

    Στο ΕΣΠΑ επελέγησαν θεματικές προτεραιότητες που συνδύασαν άριστα Συνοχή και ΣτΛ, οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν ισόρροπα, ώστε η βασική μας επιδίωξη να μην εξαρτάται από την επιτυχία της πιο ευνοημένης χρηματοδοτικά. Για πρώτη φορά σε στρατηγικό κείμενο της χώρας εξειδικεύθηκαν οι προτεραιότητες αυτές ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χώρου και τέθηκαν στόχοι άμεσα συνδεδεμένοι με αυτόν, όπως την ανάπτυξη ενός ισόρροπου και πολυκεντρικού αστικού συστήματος και μιας νέας σχέσης πόλης – υπαίθρου, την εξασφάλιση της ισότητας πρόσβασης σε υποδομές και στη γνώση, την αειφόρο ανάπτυξη και ορθολογική διαχείριση και προστασία της κληρονομιάς μας, φυσικής και πολιτιστικής.

    Για πρώτη φορά δόθηκε έμφαση στην περιφερειακή διάσταση του ΕΣΠΑ αναπτύσσοντας στρατηγική για κάθε χωρική ενότητα με κατάλληλη εξειδίκευση των αναπτυξιακών παρεμβάσεων, ιδίως εκείνων για το ανθρώπινο δυναμικό και προετοιμάστηκε η μετάβαση από τις επιδοτήσεις στην παροχή δανεισμού με ευνοϊκούς όρους, σχεδιάζοντας καινοτόμα χρηματοδοτικά εργαλεία που προωθούν τη μόχλευση κεφαλαίων.
    Τέλος για την εφαρμογή, δηλαδή για το ποιος και πώς διαχειρίζεται πόρους και υλοποιεί έργα και ποιος και πώς τον παρακολουθεί και τον ελέγχει, δόθηκε έμφαση στην επιτελική εποπτεία και το συντονισμό των πολιτικών, στην ενδυνάμωση της συνυπευθυνότητας και συνεργασίας περιφερειακών και τοπικών αρχών και στην ενίσχυση της διαχειριστικής και επιχειρησιακής ικανότητας των φορέων για να πάψουν, επιτέλους, να ανατρέπουν τον οικονομικό σχεδιασμό.  
    Η Επιτροπή αναγνώρισε την ισχυρή σύνδεση ΕΣΠΑ και ΣτΛ, τη μείωση του αριθμού ΕΠ, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την πρόβλεψη μηχανισμών συντονισμού και διατομεακής συνεργασίας για συγκεκριμένες πολιτικές, την αξιοποίηση της δυνατότητας διαχείρισης μέσω των ΕΦΔ, την ενίσχυση της επάρκειας των δυνητικών δικαιούχων μέσω της διαδικασίας πιστοποίησης και την προώθηση νέων και βιώσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων. Με τη μακροοικονομική σταθερότητα, τις μεταρρυθμίσεις και την πολιτική Συνοχής στηρίξαμε τη ΣτΛ, πείθοντας, ότι η Λισαβόνα δεν είναι περιορισμός προς αποφυγή, αλλά προδιαγραφή για διατηρήσιμη ανάπτυξη. 

    Κυρίες και Κύριοι,

    Η άποψη, ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση περιορίζει συνεχώς την ικανότητα του εθνικού κράτους να υπερασπίζεται εθνικές προτιμήσεις δεν επιβεβαιώνεται από καμία ανάλυση της ελληνικής πολιτικής. Με την εναρμόνιση των πολιτικών η χώρα οδηγήθηκε στην επέκταση και τη βελτίωση της νομοθεσίας και η οικονομία μας σημείωσε αλματώδη πρόοδο και δημιούργησε καλύτερες συνθήκες διαχείρισης προβλημάτων. Πόροι από τα διαρθρωτικά ταμεία διοχετεύθηκαν στην υλοποίηση έργων υποδομής και άλλαξαν τη φυσιογνωμία της χώρας Με την ισότιμη συμμετοχή στις αποφάσεις για το μέλλον της Ευρώπης η πολιτική μας θέση ενισχύθηκε όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν.

    Έτσι, το ελληνικό κράτος εκσυγχρονίστηκε σημαντικά: από μία από τις φτωχότερες περιοχές της Ευρώπης μετατράπηκε σε κεντρικό πυρήνα της. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ραγδαία αύξηση Με τους κοινοτικούς πόρους, οι οποίοι εισέρευσαν όλ’ αυτά τα χρόνια από τα κοινοτικά ταμεία, η Ελλάδα άλλαξε μορφή. Μεταβλήθηκε σ’ ένα σύγχρονο κράτος με ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς και δυναμική οικονομία, αρκετά πιο ευέλικτη γραφειοκρατία και ισχυρούς περιφερειακούς μηχανισμούς. Το βιοτικό επίπεδο αναβαθμίστηκε σημαντικά. Ο ελληνικός λαός απέκτησε μια ουσιαστική αίσθηση αυτοπεποίθησης και ασφάλειας Η εδαφική ακεραιότητα, αλλά και όλα τα κυριαρχικά διεθνή δικαιώματα της Ελλάδας στα πλαίσια μιας ισχυρής Ευρώπης, είναι εξασφαλισμένα.

    Ο εξευρωπαϊσμός της ελληνικής πολιτικής, λοιπόν, σε όλα τα πεδία έκφρασης και δράσης είναι προφανής. 
    Ωστόσο, η συμμετοχή στην ΕΕ δεν κατόρθωσε να αλλάξει σημαντικά την αντίληψη που έχουμε ως κοινωνία για την ΕΕ και το ρόλο μας σε αυτή. Δεν κατόρθωσε να ανατρέψει τον επίμονο χαρακτήρα των παραδοσιακών συμπεριφορών και πολιτικών προτεραιοτήτων στο εθνικό επίπεδο. Οπως προανέφερα, η χώρα μας, αν και από τις πλέον ευνοημένες από πλευράς χρηματοδοτήσεων, δεν διαχειρίστηκε αποτελεσματικά τους πόρους που τέθηκαν στη διάθεσή της ώστε να εξασφαλίσει μια καλύτερη θέση από αυτή που έχει σήμερα. Έτσι, παράγοντες όπως, μικροπολιτικά συμφέροντα, ιδεολογικές αγκυλώσεις, κοινωνικά και οικονομικά κατεστημένα, ατολμίες, αλλά και οι διαρθρωτικές παθογένειες του συστήματος (διοικητική αδράνεια, διαφθορά, διαπλοκή) εμπόδισαν την πραγματική σύγκλιση. Υποχρεώσεις εφαρμογής πολιτικών ή ορθής διαχείρισης των πόρων, ακόμη και όταν αυτές βρίσκονται εκτός του παραδοσιακού αναπτυξιακού μας προτύπου, δεν έγιναν και δεν είναι μέχρι σήμερα καθολικά αποδεκτές.   

    Κυρίες και Κύριοι,

    Σήμερα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η Ένωση διασφάλισε ειρήνη, σταθερότητα και ευημερία σε τέτοιο βαθμό που να αποτελεί πρότυπο για την οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας, μοντέλο ανάπτυξης και προορισμός για το σύνολο σχεδόν των κρατών της Ευρώπης.
    Όπως και κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η Ευρώπη αποδείχθηκε η «Ιθάκη» των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών μας επιδιώξεων. Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ένωση συνέβαλε στην εξέλιξή μας σε όλα τα επίπεδα: πολιτικής, νομοθεσίας, οικονομίας. 
    Από την άλλη πλευρά, πρέπει επιτέλους να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας σχετικά με το πως αντιλαμβανόμασταν την Ε.Ε. μέχρι πρότινος. Πρέπει επίσης να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας για τις πολιτικές της Ένωσης που βρίσκονται εκτός του παραδοσιακού αναπτυξιακού μας προτύπου. Και κυρίως, να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ε.Ε. δεν αποτελεί μια δεξαμενή άντλησης πόρων ή ένα μηχανισμό αποζημίωσης, όπως επί εικοσαετίας είχε καλλιεργηθεί στην ελληνική κοινή γνώμη. 
    Οι υποχρεώσεις εφαρμογής των οριζόντιων πολιτικών της Ένωσης, ορθής διαχείρισης πόρων και απόδοσης λογαριασμού επιτάσσουν τη σφαιρική προσέγγιση των πραγμάτων, την καλύτερη προσαρμογή της χώρας μας στο κοινοτικό κεκτημένο και την υιοθέτηση στρατηγικού και ολοκληρωμένου σχεδιασμού. 
    Είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε ακόμη περισσότερα και ακόμη καλύτερα. Ο εξευρωπαϊσμός της Ελλάδας, μέσα σε ένα πλαίσιο συνεργασίας με την ΕΕ, που παρακολουθεί, επηρεάζει συνδιαμορφώνει τις εξελίξεις και προσαρμόζεται σε αυτές, μπορεί να αποτελέσει όχημα για την ενδυνάμωση του ελληνικού κράτους, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς του, την ενίσχυση της κοινωνίας. Αρκεί να συνδυαστεί και με την ανάδειξη νέου προτύπου συμπεριφοράς από το διοικητικό μηχανισμό και εν τέλει την ίδια την κοινωνία. Γιατί μόνο έτσι θα αντισταθμιστούν οι αδυναμίες και οι παθογένειες του συνολικού πολιτικού και διοικητικού μηχανισμού.

    Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.

Comments are closed.