Μια άποψη με αφορμή τις χθεσινές εξελίξεις – 03/05/2010
Εφημερίδα «ΑΛΗΘΕΙΑ»
Άρθρο
«Μια άποψη με αφορμή τις χθεσινές εξελίξεις»
3 Μαΐου 2010
Συνέβη τελικά το αδιανόητο: οι όροι που υπαγόρευσαν οι πιστωτές μας προκειμένου να αποφύγουμε τη συντριβή, ανέτρεψαν βίαια το status quo που δημιούργησε ο πλαστός ευδαιμονισμός μας, αφού, πρώτα, τον αμφισβήτησαν ταπεινωτικά. Για τους εταίρους μας, αποδειχθήκαμε κακοί διαχειριστές ενός πλούτου που δεν μας ανήκε, για αυτό και οι πραγματικοί του ιδιοκτήτες, οι αγορές, μας αφαίρεσαν απότομα την επικαρπία. Μαζί με την εμπιστοσύνη των αγορών στην Ελληνική οικονομία, κλονίστηκε και η εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Τα δραματικά, συνεπακόλουθα της ιστορικής αυτής ανατροπής, η ανεργία και η απώλεια εισοδήματος, και τα δυο σε μεγέθη που είναι αδύνατον να τα αντέξει η κοινωνία, πυροδότησαν ήδη μια γενικευμένη αμφισβήτηση που θα έχει απρόβλεπτες, ακραίες, συνέπειες, εφόσον λάβει τη μορφή ντόμινο.
Κάποιοι, φοβισμένοι από την οργή του κόσμου, μεταθέτουν τις ευθύνες τους, ή διαχέουν τις ενοχές τους. Είναι όλοι εκείνοι που, μεταπολιτευτικά, με την εξουσία που άσκησαν «φρόντισαν» να ταυτίσουν το πολιτικό σύστημα με την απρονοησία, την ανικανότητα, το ψέμα και την ανομία. Ορισμένοι δε από αυτούς, αποφασίζουν ακόμη και σήμερα, ως να προέκυψαν από παρθενογένεση. Κάποιο άλλοι που χρόνια τώρα τραβούν το χειρόφρενο της χώρας, που πολέμησαν λυσσαλέα όλες τις προσπάθειες μεταρρυθμίσεων των τελευταίων ετών, παρασιτικές ομάδες συνδικαλιστών και επαγγελματιών «επαναστατών», έφτασαν στο σημείο να πολιορκούν κεντρικά ξενοδοχεία, να παρεμποδίζουν τον ελλιμενισμό κρουαζιερόπλοιων (Zenith) και, ατιμώρητα, να σπρώχνουν, τελικά, τη χώρα, με τυφλό πάθος, στο γκρεμό. Είναι όλοι εκείνοι που βρήκαν ευκαιρία να επενδύσουν πολιτικά στην καταστροφική πλευρά της αμφισβήτησης. Όμως υπάρχει και η δημιουργική της πλευρά. Αυτή στην οποία συναντώνται, είτε με την ηχηρή σιωπή τους, είτε με το νηφάλιο λόγο τους, εκείνοι που ξέρουν και τι πρέπει να γίνει αλλά και πως θα γίνει. Που δεν θέλουν μόνο την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων, αλλά και τη σωτηρία της χώρας από την κατάρρευση και το χάος που θα ακολουθήσει εάν η κατάρρευση αυτή συμβεί.
Οι Έλληνες, μέσα και έξω από τη χώρα, έχουν θυμώσει πολύ με τους πολιτικούς. Περισσότερο αυτοί που ποτέ δεν ζήτησαν και έλαβαν «κάτι» από αυτούς, μικρό ή μεγάλο. Που τους έδωσαν μόνο την εντολή να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Ποια είναι αυτή η δουλειά; Από όπου τάσσονται και στο βαθμό που τους αναλογεί, να διαχειρίζονται τίμια την περιουσία της χώρας και να τη μεγαλώνουν, να εισάγουν νέες ιδέες και πρακτικές από χώρες που προοδεύουν και να τις υλοποιούν εδώ, να σέβονται τους πολίτες και να βελτιώνουν τη ζωή τους, να υπερασπίζονται διεθνώς την ακεραιότητα και την αξία της χώρας, με εθνική συνείδηση και αίσθηση χρέους προς τις επόμενες γενιές. Από όλους αυτούς, ως μέλος του πολιτικού συστήματος, ζητώ ειλικρινή συγνώμη. Με την ιδιότητά μου αυτή αισθάνομαι απόλυτα υπεύθυνος για αυτά που συμβαίνουν, όχι όμως και υπαίτιος, όπως τα ΜΜΕ θέλουν να με κάνουν να αισθάνομαι.
Με την εμπιστοσύνη του πολίτη, εντάχθηκα στο πολιτικό σύστημα σε μια στιγμή που αυτό δείχνει να αποτυγχάνει. Όμως, όση οργή και αγανάκτηση και να υπάρχει, η λάσπη δεν μπορεί και δεν πρέπει να εκτοξεύεται προς όλους. Άλλο έγκλημα και τιμωρία, άλλο ισοπέδωση. Για αυτό και όταν ακούμε για άλλο ένα σκάνδαλο, δεν σκανδαλιζόμαστε καν πια. Γιατί πολλά λέμε, αλλά λίγα κάνουμε. Αυτό κι αν είναι κατάντια… Όπως από την άλλη πλευρά, κατάντια είναι να απαξιώνεται η Ελλάδα ολόκληρη από τα πλέον επίσημα χείλη, ως ένα σύνολο τεμπέληδων, διεφθαρμένων και απατεώνων. Κάποιοι θυμώνουν με αυτό και λέμε: δεν είμαστε όλοι ίδιοι! Όπως είναι για τους πολίτες, έτσι είναι και για τους πολιτικούς.
Αυτή την κρίσιμη ώρα δεν είμαι εδώ μόνο για να εργάζομαι, όσο καλύτερα μπορώ και στο μικρό μερίδιο που μου αναλογεί, για να κλείσουν, το συντομότερο δυνατό, οι πληγές που άνοιξε η χθεσινή συμφωνία. Μια επαχθής κατά τα άλλα συμφωνία, την οποία, πιστεύω ακράδαντα, ότι θα έπρεπε, και μπορούσαμε, και εμείς αλλά και η Ευρώπη, να είχαμε αποφύγει. Είμαι εδώ και για κάτι εξίσου σπουδαίο : να προτρέψω, να παρακαλέσω, τους πολίτες να πουν ένα μεγάλο όχι στην ισοπέδωση και στο μηδενισμό.
Θυμάμαι το στίχο του Καβάφη : «Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι να πούνε». Να πούμε λοιπόν ένα μεγάλο όχι στην ισοπέδωση. Και από δω και μπρος, να ξεχωρίζουμε το χλωρό από το ξερό. Γιατί όταν όλοι κρύβονται ανάμεσα στο πλήθος, τότε είναι που χάνονται οι ευθύνες. Οι πολίτες να ενημερώνονται περισσότερο, να μαθαίνουν, να ψάχνουν, να συζητούν, να αμφισβητούν, ολοκληρωμένα και, προπαντός, νηφάλια. Γιατί και όλους τους πολιτικούς να τους διώξουμε (ή να μας διώξετε.. καμιά φορά το ξεχνώ), κάποιος πρέπει να μείνει να κάνει τη δουλειά. Ποιος όμως, άξιος και τίμιος, θα βάλει τον εαυτό του στο απόσπασμα; Ποιος θα ρισκάρει να έχει (προσωρινά) ένα αυτοκίνητο και ένα εξοπλισμό γραφείου, για να μπορούν ανά πάσα στιγμή να τον πουν κλέφτη ή, στην καλύτερη περίπτωση, κοινωνικά ανάλγητο; Να είναι στη διάθεση του καθενός για αποδοκιμασία, χλεύη ή προσβολή; Δεν θα πάει κανένας λογικός άνθρωπος, λυπάμαι. Μόνο οι πεινασμένοι για εξουσία, ή για εφήμερη δόξα. Αυτοί που θεωρούν μεγάλο το μισθό του Βουλευτή, γιατί δεν έχουν κερδίσει ποτέ περισσότερα μόνοι τους.
Θα μου πείτε, ότι τούτη την κρίσιμη εθνικά ώρα, δεν ενδιαφέρει πια τον κόσμο αν κάνω τη δουλειά μου ως αντιπρόσωπός του, όσο καλύτερα μπορώ, με τις μικρές μου δυνατότητες. Αν αγωνίζομαι να παρακολουθήσω το έργο της τωρινής κυβέρνησης, να το διορθώσω πριν το νομοσχέδιο γίνει Νόμος, να το κατακρίνω όπου υπάρχει σφάλμα, να το καταγγείλω όπου υπάρχει δόλος. Δεν ενδιαφέρει αν έχω τις γνώσεις να το κάνω, τεκμηριωμένα και όχι στον αέρα, με εύκολες αντιπολιτευτικές κορώνες. Δεν ενδιαφέρει, παράλληλα με αυτά, αν προσπαθώ να προωθώ κάθε λογής πρωτοβουλίες για τα τοπικά ζητήματα. Δεν ενδιαφέρει αν διαρκώς συζητώ με ανθρώπους, ενημερώνομαι και ενημερώνω, καταγράφω ανάγκες, παρεμβαίνω με προτάσεις, παίρνω και δίνω ιδέες.
Τι ενδιαφέρει τον κόσμο τελικά εκεί που έφτασαν τα πράγματα; Η τιμωρία των υπαιτίων και το επίπεδο της ζωής του. Σωστά. Το γεγονός είναι ότι εγώ μόνος μου δεν μπορώ να το βελτιώσω. Όμως μαζί, αρκετοί, μπορούμε. Αρκεί να δουλέψουμε σκληρά και αντίθετα στο λαϊκισμό, στην εύκολη ισοπέδωση και στις ακρότητες που μας εκθέτουν διεθνώς. Αυτή είναι η αλήθεια και η μόνη ελπίδα άλλωστε. Μια φορά το λέω και δεν θα το ξαναπώ: όποιος έχει άλλη άποψη, δόξα τω Θεώ, έχουμε δημοκρατία.
Και επειδή μίλησα για ελπίδα, πιστέψτε με: είναι αρκετοί αυτοί που δεν ζήτησαν, δεν ζητούν και δεν θα ζητήσουν ποτέ ψήφο για να πλουτίσουν ή να γίνουν κοινωνικά γνωστοί. Είναι αυτοί που τους αγγίζουν οι αξίες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισονομίας. Οι μόνες τελικά, που επιτρέπουν να διαμορφώσουμε όραμα και προοπτική, να δώσουμε την ελπίδα που έχει ανάγκη η – σοβαρά τραυματισμένη – χώρα μας.
Βεβαίως να αναρωτηθούμε πως φτάσαμε εδώ και να τιμωρήσουμε τους ενόχους. Αλλά το πού θα ρίξουμε το φταίξιμο δεν είναι το μόνο που προέχει σήμερα. Αργά ή γρήγορα αυτό θα φανεί σε ποιους ανήκει και πόσο τους αναλογεί.
Είτε παραπλανηθήκαμε, είτε εξαπατηθήκαμε, είτε βιαστήκαμε να πιστέψουμε κάτι και κάποιους όλα αυτά τα χρόνια, εκείνο που προέχει τώρα είναι να λύσουμε το πρόβλημα της χώρας, να ξαναβρούμε την αυτοπεποίθησή μας αλλά και τη χαμένη μας αξιοπρέπεια. Δεν μπορώ να δεχτώ με τίποτε (ποιος μπορεί;) τη νέα, χθεσινή, αθλιότητα του Γερμανικού περιοδικού Focus που παρουσίασε και πάλι την Αφροδίτη της Μήλου, αυτή τη φορά με το χέρι απλωμένο σαν ζητιάνα. Αν και γνωρίζω ότι το περιοδικό είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία, ντρέπομαι για λογαριασμό τους.
Θα συνιστούσα στον εκδότη να διαβάσει τι είπε ένας αληθινός Ευρωπαίος, ένας αγνός φίλος της Ελλάδας, ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Valéry Giscard d’Estaing, στην πρόσφατη ομιλία του στη Γενεύη (30/4/2010): «Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα, θα ήταν όπως ένα παιδί χωρίς Πιστοποιητικό Γεννήσεως. Η επίλυση της Ελληνικής κρίσης είναι ευθύνη της Eυρωζώνης και όχι του ΔΝΤ. Η επιφυλακτικότητα της Γερμανίας απέναντι στη Ελληνική κρίση δεν αποτελεί παρά μία από τις εμφανείς εκδηλώσεις της σημερινής διάσπασης των Ευρωπαϊκών κρατών. Εάν η ΕΕ δεν εκπλήρωσε το καθήκον της είναι γιατί δεν διαθέτει ηγέτες που να επενδύουν στην Ευρωπαϊκή προοπτική».
Το λαϊκισμό του Focus τον συναντάμε καθημερινά στις οθόνες μας, στα περίπτερα, στη Βουλή, όλο και πιο έντονα, όλο και πιο ακραία.
Δεν μπορώ να ζητήσω από κανέναν να κλείσει τα αυτιά του. Δεν το ζητώ ούτε από τα παιδιά μου. Όμως να μην ξεχνάμε κάτι πολύ σημαντικό: ότι το βασικό όπλο του λαϊκισμού, είναι το να βρίσκει πάντα έναν (γενικό) ένοχο για κάθε πρόβλημα, αντί της λύσης. Και το όπλο αυτό έχει δυο στόχους: τη διαμόρφωση ενός «άλλοθι» για να αντιμετωπιστεί το πολιτικό κόστος και τη δημιουργία «στρατοπέδων» για να περιχαρακώνεται ο πολίτης. Είναι δε συνυφασμένο με τη λογική της αναξιοκρατικής ανταλλαγής και της πελατειακής συναλλαγής που χρόνια τώρα ταλανίζει τη χώρα. Έτσι όμως ανοίγει διάπλατα το δρόμο της εύκολης ανόδου στους μέτριους, ενώ στους άξιους προκαλείται αποστροφή. Και αυτό είναι που κάποτε πρέπει να σταματήσει σε αυτόν τον τόπο.
Εδώ ακριβώς είναι που πρέπει να βοηθήσουν όλοι όσοι έχουν συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα της κατάστασης. Εκείνοι που μπορούν να μετατρέψουν, τολμηρά, την πείρα και τη γνώση τους σε δημιουργική δράση και δεν περιορίζονται μόνο σε κριτική γνώμη. Εκείνοι που μπορούν να διαφωνούν, χωρίς να κραυγάζουν. Εκείνοι που μπορούν να συμπράττουν γύρω από κοινούς στόχους χωρίς εγωισμούς. Αυτούς χρειαζόμαστε για την επόμενη, δύσκολη, μέρα. Να βγουν μπροστά σε όλη τη χώρα. Γιατί αν δεν μπορούμε να αφυπνίσουμε τους άξιους, πώς θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε τους αξιόλογους, που είναι και οι περισσότεροι, αλλά σιωπούν απογοητευμένοι. Ποιος θα κάνει τελικά τις αλλαγές, τις τομές, που χρωστάμε στα παιδιά μας; Από τον καναπέ ή με την πέτρα στο χέρι τίποτε δεν γίνεται.
Πιστεύω ότι όσοι μπορούν να βοηθούν τον τόπο τους, λιγότερο ή περισσότερο ο καθένας, οφείλουν να το πράττουν. Αυτός είναι και ο λόγος που ζήτησα να εκλεγώ πριν από επτά μήνες. Στην προεκλογική μου ομιλία είχα τότε πει, ότι «οι κρίσεις υποχρεώνουν τις κοινωνίες να αλλάξουν αυτά που άλλοτε δεν τολμούσαν» και κάλεσα όλους όσους με άκουγαν εκείνη τη μέρα «να μιλήσουμε για το μέλλον».
Είχα επίσης αναφερθεί στην οικονομική και κοινωνική αναφορά της Χίου. Στη γεωγραφική μας θέση, στο Πανεπιστήμιο, στη Ναυτιλία, στο ιστορικό και πολιτιστικό μας απόθεμα, στους ανθρώπους μας. Για εμένα δεν ήταν απλές λέξεις μιας προεκλογικής ομιλίας, αλλά τα απαραίτητα συστατικά ενός πολιτικού σχεδίου. Τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να μας δώσουν πυξίδα και να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη. Που μπορούν να αλλάξουν, κυριολεκτικά, τη ζωή μας.
Ύστερα από αυτό που έγινε την Κυριακή στις Βρυξέλλες, τα πράγματα δεν θα είναι ποτέ όπως πριν. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Οι συνθήκες θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες τα επόμενα χρόνια. Δεν θα είναι, όμως, η πρώτη φορά στην ιστορία μας που αντιμετωπίζουμε μεγάλες δοκιμασίες. Οι Χιώτες, κυρίως οι γονείς και οι παππούδες μας, το ξέρουμε καλά αυτό. Έτσι δεν είναι;
Είμαι πολύ υπερήφανος που είμαι Έλληνας και Χιώτης. Όπως και όλοι εσείς που διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Αλλά και αισιόδοξος για το μέλλον. Είναι μπροστά μας και ακόμα έχουμε πολλές σελίδες να γράψουμε. Με ηρεμία, με συστράτευση, με σκληρή δουλειά, με πίστη και υπομονή, με όραμα και σχέδιο θα τα λύσουμε όλα.